Του Τάκη Παπαϊωάννου, υποψήφιου βουλευτή Αργολίδας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, τραπεζικού και οικονομολόγου MSc (Το άρθρο δημοσιε...
Του Τάκη Παπαϊωάννου, υποψήφιου βουλευτή Αργολίδας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, τραπεζικού και οικονομολόγου MSc (Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ» στις 20/4/2023)
ΑΝ ΜΑΘΑΜΕ κάτι ως έθνος από την επώδυνη εμπειρία της κρίσης
χρέους και των μνημονίων, είναι η ανάγκη μετάβασης από μια
οικονομία εσωτερικής κατανάλωσης εισαγωγών με δανεικά, προς ένα
νέο παραγωγικό υπόδειγμα, βασισμένο στην εξωστρέφεια, την
καινοτομία, την παραγωγικότητα και κυρίως τη βιωσιμότητα.
ΘΑ ΠΕΡΙΜΕΝΕ κανείς η περιφερειακή ανάπτυξη, ακριβώς λόγω των
παραγωγικών διασυνδέσεων που δημιουργεί σε όλο το τοπικό φάσμα
της οικονομικής δραστηριότητας, να ήταν στην πρωτοπορία αυτής της
νέας συλλογικής προσπάθειας για οικονομική ανάκαμψη. Αντίθετα
παραμένει και σήμερα το διαρκές ζητούμενο, με κόστος τη δραματική
απο-ανάπτυξη της περιφέρειας και την απώλεια εισοδημάτων, νέων
ανθρώπων και τελικά θετικών προσδοκιών για το μέλλον της περιφέρειας.
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ η Περιφέρειά μου, η Πελοπόννησος, αντιπροσώπευε πάνω
από το 1/3 του εθνικού προϊόντος έως και τις αρχές του 20ού αιώνα,
και κατέληξε διαδοχικά να καταγράφει ακόμα και κάτω από το
αντίστοιχο 5% στην περίοδο 2000-2010. Τηρουμένων των αναλογιών, η
διαχρονική αυτή καθοδική πορεία αποτελεί μικρογραφία
χαρακτηριστικών της γενικότερης ελλειμματικής δυναμικής στη
σημερινή ελληνική περιφερειακή οικονομία.
ΕΠΙΣΗΣ, πρέπει να μάθαμε από τις πρόσφατες κρίσεις της πανδημίας
και της ακρίβειας και τη διαχείριση της απερχόμενης κυβέρνησης, ότι οι
προτεραιότητες της οικονομικής πολιτικής στην κατανομή των πόρων
επηρεάζουν καθοριστικά την αναπαραγωγή της φτώχειας και την
όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.
ΣΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ πρέπει να συνεκτιμήσουμε και τις θεμελιώδεις
αλλαγές που επιφέρει η τεχνητή νοημοσύνη, σε ένα διεθνές περιβάλλον
που αναδιατάσσεται με αβέβαιες κατευθύνσεις. Ο ρόλος του κράτους
σε αυτό το πλαίσιο επανέρχεται στο προσκήνιο όλων των
αναπτυγμένων χωρών, όχι απλώς για μια συγκεντρωτική αντιμετώπιση
και διαχείριση των καινοφανών καταστάσεων, αλλά κυρίως για
να εμπνεύσει ασφάλεια, ως ένα καταφύγιο εντός των δοκιμαζόμενων κοινωνιών.
ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ, δυστυχώς, δεν συμβαίνει αυτό. Το «κράτος-δίκτυο»
του κ. Μητσοτάκη με την επικουρία ανεπαρκών τεχνοκρατών έχει
αποκοπεί από τα μεγάλα ιστορικά ρεύματα των επερχόμενων αλλαγών.
Το κράτος αποσύρεται από την αναπτυξιακή προσπάθεια, πλην βέβαια
των προνομιακών σχέσεων με τα οργανωμένα συμφέροντα, και η
κοινωνική πολιτική εξαντλείται στα κουπόνια.
ΓΙ’ ΑΥΤΟ δεν προκαλεί εντύπωση ο αποκλεισμός των μικρομεσαίων
επιχειρήσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης, η χαμηλή απορροφητικότητα
του ΕΣΠΑ, η συρρίκνωση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων,
καθώς και οι κραυγαλέες περιπτώσεις χρηματοδότησης κομματικών
φίλων από τον Αναπτυξιακό Νόμο, όπως αποκαλύπτονται διαρκώς.
ΓΙΑ ΜΑΣ, τη σύγχρονη προοδευτική αριστερά, είναι απόλυτη
προτεραιότητα η διαμόρφωση ενός παραγωγικού μοντέλου με βαθιά
επίγνωση των παραπάνω. Στον πυρήνα της βρίσκεται η περιφερειακή
ανάπτυξη ως το καταλληλότερο μέσο που βαθαίνει τη δια-τομεακή
αλληλεξάρτηση πρωτογενούς – δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα.
Αυτό ως συνέπεια δημιουργεί εξειδικευμένες και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας.
Επίσης, διευρύνουμε τον ρόλο του ΕΣΠΑ, που λανθασμένα έχει περιοριστεί σε ένα χρηματοδοτικό εργαλείο.
ΑΝΤΙΘΕΤΑ, το καθιστούμε μοχλό προσέλκυσης τραπεζικών και άλλων
κεφαλαίων, με κίνητρα μέσω συνεργατικών σχημάτων που χαμηλώνουν
το επενδυτικό ρίσκο. Δεν είναι τυχαίο ότι το 96% των ελληνικών
επιχειρήσεων δεν έχει πρόσβαση σε τραπεζικά κεφάλαια. Φυσικά, αυτό
δεν μπορεί να συμβεί με μονοκαλλιέργειες του τουρισμού και των
κατασκευών, που δημιουργούν πρόσκαιρες «φούσκες» κερδοφορίας
χωρίς μακροπρόθεσμη προοπτική.
ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ η ίδρυση Ταμείου Περιφερειακών και Τοπικών
Αναπτυξιακών Σχεδίων με διακριτό προϋπολογισμό για τη
χρηματοδότηση περιφερειών και δήμων στους ακόλουθους άξονες:
Υποδομές (οδικές, λιμενικές, περιβαλλοντικές).
Υποδομές για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Εξοικονόμηση ενέργειας και αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών
ενέργειας.
Αναβάθμιση και αναζωογόνηση πόλεων και χωριών.
Ανάπτυξη τουριστικού κεφαλαίου και αναζωογόνηση του
ιστορικού κτιριακού αποθέματος.
Αγροτική παραγωγή.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ, η προγραμματική μας θέση για παραγωγή ηλεκτρικής
ενέργειας σε ποσοστό 50% από νοικοκυριά, αγρότες, ΜμΕ και
ενεργειακές κοινότητες έχει στόχο να αποκεντρώσει την παραγωγή
ενέργειας και να μοιράσει το αναπτυξιακό όφελος της πράσινης
μετάβασης σε ευρύτατα στρώματα των περιφερειών της χώρας. Στην
προσπάθεια για την επίτευξη του στόχου ευθυγραμμίζονται τα
κίνητρα και κινητοποιούνται συνολικά οι παραγωγικοί εταίροι με τους
τοπικούς, κρατικούς και αυτοδιοικητικούς φορείς, για τις ανάγκες της
περιφερειακής οικονομίας.
ΩΣΤΟΣΟ, έχουμε ένα πισωγύρισμα στη μακροοικονομική εικόνα της
χώρας σε σχέση με την περίοδο 2015- 2019. Το δημόσιο χρέος της
Κεντρικής Κυβέρνησης, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου
Οικονομικών, από 356 δισ. ευρώ το 2019 έκλεισε το 2022 στα 400 δισ.
ευρώ. Στο ποσό αυτό πρέπει να προστεθούν 6 δισ. ευρώ που
δανείστηκε η κυβέρνηση τους πρώτους μήνες του 2023. Τα 50 και
πλέον δισ. ευρώ «Χρέος Μητσοτάκη», πρόσθετα στο ήδη υπέρογκο
χρέος, αποτελούν βαριά κληρονομιά για τη χώρα και την επόμενη κυβέρνηση.
ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών έχει μπει ξανά
σε επικίνδυνη τροχιά. Από 2,7 δισ. ευρώ το 2019, το έλλειμμα
διαμορφώθηκε στα 20 δισ. ευρώ το 2022, σύμφωνα με στοιχεία της
Τράπεζας της Ελλάδος. Το γεγονός ότι το έλλειμμα διευρύνεται ενώ αυξάνουν οι εξαγωγές,
επιβεβαιώνει ότι για τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα δεν ευθύνονται οι
μισθοί, αλλά το παραγωγικό μοντέλο και η δομή της κατανάλωσης. Η
τάση είναι ανησυχητική και θυμίζει την περίοδο προ 2009.
Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ, και μια προοδευτική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, θα αναλάβει
και πάλι, με πατριωτικό αίσθημα ευθύνης, να επαναφέρει τη χώρα μας
στον μακρύ δρόμο της Ιστορίας της. Έχει το σχέδιο και αυτό
περιλαμβάνει όλους τους δημοκρατικούς και δημιουργικούς
ανθρώπους του τόπου μας. Κρίσιμο τώρα στοίχημα για το νέο
προοδευτικό πολιτικό σχέδιο είναι η αντιμετώπιση της κοινωνικής
απογοήτευσης και της απαξίωσης της πολιτικής διαδικασίας.
Η δίκαιη ανάπτυξη όπως την επιθυμούμε, προϋποθέτει τον συλλογικό
βηματισμό της κοινωνίας προς υψηλότερα επίπεδα ευημερίας. Αυτό
όμως δεν θα γίνει εκ των άνω, με διατάγματα ή κατευθυντήριες
εντολές, αλλά αυτή τη φορά με την ενεργητική συμμετοχή της
κοινωνίας στη διαμόρφωση της νέας πορείας. Δηλαδή με πολιτική
συμμετοχή και χώρο έκφρασης και ανάπτυξης στα κινήματα, τα δίκτυα
αλληλεγγύης και τα συνεργατικά σχήματα.