Το «παροδικό» φαινόμενο τραβά την ανηφόρα Ακόμα και ο Μίλτον Φρίντμαν είχε παραδεχθεί ότι ο πληθωρισμός είναι μια μορφή φορολογίας που επι...
Το «παροδικό» φαινόμενο τραβά την ανηφόρα
Ακόμα και ο Μίλτον Φρίντμαν είχε παραδεχθεί ότι ο πληθωρισμός είναι μια μορφή φορολογίας που επιβάλλεται χωρίς νόμο. Αυτόν το μήνα λοιπόν ο πληθωρισμός στην Ελλάδα έφτασε στο 4,8%, μειώνοντας δραματικά τα εισοδήματα και ήρθε ως συνέχεια των ήδη υψηλών πληθωριστικών τάσεων των προηγούμενων μηνών. Τον Οκτώβριο ήταν 3,4% και οι αρχές του 2022 προμηνύονται δραματικές. Ζούμε ένα ανεξέλεγκτο ράλι τιμών που η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη δεν προστρέχει να περιορίσει.
Για να καταλάβει κανείς το μέγεθος του προβλήματος, αρκεί να ρίξει μια ματιά στις αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας και στα είδη πρώτης ανάγκης μέσα σε μόλις ένα έτος: Φυσικό αέριο (180,9%), Πετρέλαιο θέρμανσης (45,2%), Ηλεκτρικό ρεύμα (37,8%), Καύσιμα (24,9%), Αρνί- κατσίκι (21,3%), Ελαιόλαδο (18,5%), Άλλα βρώσιμα έλαια (16,7%), Πατάτες (11,9%), Νωπά ψάρια (9,8%), Ψωμί (4,3%), Καφές (3,9%) και Τυριά (3,5%).
Και έπεται συνέχεια. Σε μελέτη της Εθνικής Τράπεζας προβλέπεται ότι το 1ο τρίμηνο του 2022 ο πληθωρισμός θα υπερβεί το 5%, όταν στην ίδια μελέτη προβλεπόταν ότι το 4ο τρίμηνο του 2021 θα αγγίξει τελικά το 4,5%.
Ωστόσο, ο κ. Μητσοτάκης ζει αλλού. Στον προϋπολογισμό που κατατέθηκε η πρόβλεψη της κυβέρνησης για φέτος είναι μόλις 0,5% και για το 2022 μόλις 1%, όταν η εκτίμηση της Εθνικής Τράπεζας για την επόμενη χρονιά είναι 2,5%.
Ένα κύμα κρυφής φορολογίας έχει ήδη σαρώσει τα νοικοκυριά και πλησιάζει ένα εξίσου μεγάλο την επόμενη χρονιά και το υπουργείο Οικονομικών σφυρίζει αδιάφορα.
Η ανάπτυξη που καταγράφεται είναι μια ανάπτυξη που ωφελεί τους λίγους. Οι μισθοί και οι συντάξεις των πολλών εκ των πραγμάτων θα συμπιεστούν, οι πολίτες θα αφήσουν πίσω χρέη να τρέχουν, αδυνατώντας να ανταπεξέλθουν στις μηνιαίες ανάγκες και το πρόβλημα θα καταδειχθεί με μαθηματική ακρίβεια στην καταναλωτική δύναμη, στο ιδιωτικό χρέος, στο κόστος των επιχειρήσεων, στο κόστος δανεισμού του ελληνικού δημοσίου και, τελικά, αν δεν προλάβουμε τα χειρότερα, στην άσκηση δημοσιονομικής πολιτικής.
Η κυβέρνηση λαμβάνει είτε ανεπαρκή μέτρα για την αντιμετώπιση του άκρως επικίνδυνου φαινομένου, είτε δεν λαμβάνει καθόλου, πιστή στις ιδεοληψίες της για το αόρατο χέρι της αγοράς που θα έρθει να δώσει τη λύση. Πέρα όμως από τα μέτρα, υπαρκτός είναι ο φόβος οι τιμές – ιδίως στην ενέργεια – να γίνουν μόνιμες και μετά την πτώση του πληθωρισμού σε βάθος χρόνου.
Βρισκόμαστε πλέον μπροστά σε νέους κινδύνους για την οικονομία που σε συνδυασμό με την καλπάζουσα υγειονομική κρίση σχηματίζουν ένας εκρηκτικό μηχανισμό στους πρόποδες της κοινωνικής συνοχής.