Ο Zastro περιγράφει με τον δικό του μοναδικό τρόπο, την περιπέτεια του Γιώργου Γεωργαλή από το χωριό Αττάβυρος της Ρόδου και τη γέννηση -σα...
Ο Zastro περιγράφει με τον δικό του μοναδικό τρόπο, την περιπέτεια του Γιώργου Γεωργαλή από το χωριό Αττάβυρος της Ρόδου και τη γέννηση -σαν σήμερα- του δικού μας μπασκετικού θεού Νίκου Γκάλη.
"Το μονοπάτι για την κορυφή του Αττάβυρου, του μοναδικού βουνού της Ρόδου, είναι στενό και δύσβατο.
Μόνο ένα υπάρχει, εκείνο που ξεκινά από τον Άγιο Ισίδωρο, ένα ορεινό χωριό εξακοσίων ψυχών, στην πλειοψηφία τους αγρότες.
Πρόσβαση στην κορφή δεν υπάρχει, μόνο δυόμισι ώρες πεζοπορία, χωρίς νερό σε όλο το διάβα και πλατώνια (άγρια ελάφια που ζουν μόνο εκεί) να σε συντροφεύουν.
Λίγο πριν την κορυφή, εκεί στα 1200 μέτρα, ξεπροβάλλει ο Ναός του Ατταβυρίου Διός, του πατέρα των Θεών, του αιώνιου και του άφθαρτου, εκείνου που σύμφωνα με το μύθο προϋπήρχε και θα εξακολουθεί να υπάρχει.
Αυτό το μονοπάτι το διάβηκε πολλές φορές ο Γιώργος Γεωργαλής, στην κορφή του Αττάβυρου πήρε τη μεγάλη απόφαση να ξενιτευτεί και ν’ αφήσει πίσω του τη φρίκη του πολέμου.
Η Ρόδος παρά το ελληνικό του χαρακτήρα της, ακόμα ήταν αυτόνομη, ιταλοκρατούμενη, στη Συνθήκη των Σεβρών είχε εξαιρεθεί από τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα.
Ο πόλεμος όμως δεν έλεγε να τελειώσει, το καλοκαίρι του 1921 ξεκίνησε νέα εκστρατεία με σκοπό την επιβολή της συνθήκης των Σεβρών και τη συντριβή των κεμαλικών δυνάμεων, θα ξεκινούσε η τελευταία πράξη ενός δράματος που κατέληξε στη μικρασιατική καταστροφή και μια αποκαμωμένη Ελλάδα.
Όταν τον Ιούλιο του ’21 ο τότε Πρωθυπουργός Δημήτριος Γούναρης ταξίδευε στην Κιουτάχεια για να συμμετάσχει στο μοιραίο πολεμικό συμβούλιο, ο Γιώργος Γεωργαλής είχε αφήσει πίσω του και τον Άγιο Ισίδωρο και τη Ρόδο και την Ελλάδα.
Περίμενε υπομονετικά τη σειρά του στο κύριο σταθμό υποδοχής μεταναστών του Ellis Island, της βραχονησίδας του ποταμού Hudson που ακουμπά στο Manhattan και ενώνει άτυπα τη Νέα Υόρκη με τον Ατλαντικό ωκεανό.
Περισσότεροι από 20 εκατομμύρια άνθρωποι πέρασαν απο εκεί, από τα τέλη του 19ου και κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη στη χώρα της ευκαιρίας.
Μπορεί τυπικά να θεωρούνταν Ιταλός υπήκοος (ταξίδεψε με ιταλικό διαβατήριο) και να είχε δηλώσει ως επάγγελμα «αγρότης», τα πρώτα δύσκολα χρόνια του όμως τα πέρασε δουλεύοντας σε ό,τι έβρισκε. Συχνά σαν λούστρος, αργότερα σαν τσαγκάρης.
Δυσκολεύτηκε να αφομοιωθεί, να δικτυωθεί, η διαβίωση εκείνες τις δεκαετίες κάθε άλλο παρά εύκολη ήταν. Ο γεροδεμένος George Galis ασχολήθηκε και με την πυγμαχία, πήρε μέρος σε αρκετούς αγώνες, λάτρευε το μποξ.
Τα χρόνια περνούσαν, ο Γιώργος είχε μάθει πια τη γλώσσα, εξασφάλιζε τον επιούσιο, είχε πια μεγαλώσει και ήθελε να δημιουργήσει τη δική του οικογένεια.
Γνώρισε την Στέλλα Αργυριάδη, επίσης Ελληνίδα του διωγμού, γεννημένη στο Βόσπορο, απ’ το μαγικό Κουρού Τσεσμέ, που είχε επίσης διαβεί το διάδρομο με το συρματόπλεγμα στο Ellis Island στις αρχές του ’40, όταν πίσω στην πατρίδα ξεσπούσε και ο δεύτερος μεγάλος πόλεμος που βύθισε την Ελλάδα στη δυστυχία και στην ανέχεια.
Ο Γιώργος και η Στέλλα παντρεύτηκαν, έφυγαν από τη Νέα Υόρκη για το New Jersey, το τσαγκαράδικο έγινε εστιατόριο, έζησαν από κοινού όλη τη διαδρομή του «αμερικανικού ονείρου», όπως κι αν ορίζεται.
Είχαν ήδη τρία παιδιά, όταν στα τέλη Ιουλίου του 1957, ο Γιώργος ειδοποιήθηκε να κλείσει το εστιατόριο και να μεταβεί στο French Hospital του Manhattan μεταξύ της 8ης και της 9ης Λεωφόρου, διότι η Στέλλα επρόκειτο να γεννήσει το τέταρτο παιδί τους.
Εκεί, στην 330 West 30th Street του Chelsea της Νέας Υόρκης, στις 23 Ιουλίου του 1957, σε ένα μαιευτήριο/νοσοκομείο που κατεδαφίστηκε το 1977 και δεν υπάρχει πια, γεννήθηκε το στερνοπούλι του Γιώργου και της Στέλλας, ο δικός μας αιώνιος και άφθαρτος, ο δικός μας Δίας που υπήρχε και θα εξακολουθεί να υπάρχει, ο Nick Galis.
Χρόνια πολλά στον Έλληνα Θεό που σήμερα έγινε 64 ετών.