Οι «πονηριές» του νόμου που καταθέτει το υπουργείο Ανάπτυξης με στόχο να κάμψει τις αντιδράσεις των αγανακτισμένων παραγωγών. Συμπληρώθηκαν ...
Οι «πονηριές» του νόμου που καταθέτει το υπουργείο Ανάπτυξης με στόχο να κάμψει τις αντιδράσεις των αγανακτισμένων παραγωγών.
Συμπληρώθηκαν τρεις μήνες από τότε που οι παραγωγοί και επαγγελματίες των λαϊκών αγορών του ελληνικού βορρά, από τη Θεσσαλία και πάνω, ακολουθούμενοι από τους παραγωγούς της υπόλοιπης Ελλάδας, βρίσκονται επί ποδός πολέμου για να ανακόψουν τον «μεταρρυθμιστικό οίστρο» της κυβέρνησης που επεκτείνεται στις λαϊκές αγορές και επιδιώκει να τους αλλάξει χαρακτήρα στο όνομα του εκσυγχρονισμού.
Το πρώτο σχέδιο
Η σύγκρουση ξεκίνησε στα τέλη Ιανουαρίου όταν έφτασε στις ομοσπονδίες παραγωγών και πωλητών της βόρειας Ελλάδας ένα προσχέδιο νόμου που αναδιάρθρωνε εκ βάθρων τη λειτουργία των λαϊκών αγορών, αναθέτοντας τη λειτουργία τους σε ΣΔΙΤ, εισάγοντας τον πλειστηριασμό των θέσεων και συντρίβοντας κάθε παραδοσιακό κοινωνικό στοιχείο από τον θεσμό των λαϊκών αγορών.
Μπροστά στον ξεσηκωμό των ομοσπονδιών του βορρά ο γγ Εμπορίου Παναγιώτης Σταμπουλίδης ανέκρουσε πρύμναν υποστηρίζοντας ότι το εν λόγω κείμενο αντιπροσώπευε «ασκήσεις επί χάρτου» και ξεκίνησε διάλογο με τις ομοσπονδίες για να διαμορφώσουν με κοινή συναίνεση, όπως είπε, το πλαίσιο εκσυγχρονισμού της λειτουργίας των λαϊκών αγορών.
Δεύτερο και πονηρό
Προϊόν αυτού του διαλόγου στάθηκε το δεύτερο σχέδιο νόμου για τις λαϊκές αγορές που έφερε το υπουργείο Ανάπτυξης στις 15 Μαρτίου και το οποίο κάλυπτε σε μεγάλο βαθμό τις ανάγκες και τα αιτήματα των πωλητών της Παναττικής Ομοσπονδίας Σωματείων Πωλητών Λαϊκών Αγορών (ΠΟΣΠΛΑ), όχι όμως των παραγωγών.
Το αποτέλεσμα ήταν να ξεσπάσει μεγάλο κύμα διαμαρτυριών στις λαϊκές αγορές από τις ομοσπονδίες παραγωγών και πωλητών του βορρά ακολουθούμενες από τους παραγωγούς του νότου, οι οποίοι μάλιστα έπειτα από κύκλους ενημερωτικών συναντήσεων πήραν με το μέρος τους όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, ακόμη και μεμονωμένους βουλευτές της ΝΔ.
Αντιμέτωπο με τον κίνδυνο να μην καταφέρει να περάσει το νομοσχέδιο, το υπουργείο Ανάπτυξης κατέφυγε τότε σε έναν πονηρό ελιγμό. Αφαίρεσε από το κείμενο του νόμου τις διατάξεις που είχαν προκαλέσει τις μεγαλύτερες αντιδράσεις των παραγωγών και τις παρέπεμψε σε μεταγενέστερη ρύθμιση με υπουργικές αποφάσεις.
Αυτό το τελευταίο, «πονηρό» νομοσχέδιο μπήκε σε διαβούλευση η οποία ολοκληρώθηκε τη Μεγάλη Εβδομάδα, με πλήθος αντιδράσεων στα σχόλια από τους παραγωγούς. Μέσα στις προσεχείς εβδομάδες θα έρθει προς ψήφιση στη Βουλή, όπου αναμένεται να εκδηλωθεί σφοδρή πολιτική σύγκρουση, ιδίως για τις διατάξεις που επιτρέπουν την είσοδο εταιρειών στις λαϊκές, που ορίζουν ότι παραγωγοί και επαγγελματίες χάνουν τις θέσεις τους μετά το τέλος της τελευταίας θεώρησης της άδειάς τους και συμμετέχουν σε προκήρυξη θέσης με «πλειοδοσία».
Και το σημαντικότερο είναι ότι δίνουν τέλος στην ελεύθερη είσοδο των παραγωγών αγροτικών προϊόντων στις λαϊκές αγορές, όπως ισχύει σήμερα, με τρόπο που διαρρηγνύει την απευθείας σύνδεση μεταξύ αγρότη της υπαίθρου και καταναλωτή του μεγάλου αστικού κέντρου, με οικονομική ζημιά και για του δύο και με οικονομικό όφελος μόνο για τους μεσάζοντες.
Πετάει τους παραγωγούς εκτός αγορών
«Επειτα από τρεις μήνες διαβούλευσης με τον κ. Γεωργιάδη και τον κ. Σταμπουλίδη διαπιστώσαμε ότι από όλες τις προτάσεις μας δεν εισακούστηκε καμία» δήλωσε στο Documento o πρόεδρος της Πανελλαδικής Ομοσπονδίας Συλλόγων Παραγωγών Αγροτικών Προϊόντων – Πωλητών Λαϊκών Αγορών Παντελής Μόσχος, αγρότης κι ο ίδιος.
«Ο νέος νόμος […]αλλάζει όλη τη φιλοσοφία τους: από ελεύθερη είσοδο που έχουμε τώρα βγάζοντας την άδεια ο καθένας στο χωριό του και στις καλλιέργειές του, ο νέος νόμος ορίζει ότι θα γίνεται κάθε χρόνο προκήρυξη. Δεν μπορεί όμως να γίνεται προκήρυξη τον Γενάρη και να ζητάει άδεια ο παραγωγός που βγάζει εποχικό προϊόν, ντομάτες την άνοιξη ή σταφύλια τον Σεπτέμβρη. Η είσοδος των παραγωγών στις λαϊκές πρέπει να είναι ελεύθερη» τονίζει ο Π. Μόσχος.
To νομοσχέδιο έχει πολλά άρθρα που αλλάζουν τη φιλοσοφία των λαϊκών αγορών σε βάρος των αγροτών. «Για παράδειγμα, απαιτεί να στέλνουν οι παραγωγοί και οι επαγγελματίες στις 8 το πρωί ένα email με τις ποσότητες των προϊόντων προς πώληση και τις τιμές εκκίνησης.
Αν δεν το κάνουν, απειλούνται με πρόστιμο 500 ευρώ. Τους είπαμε ότι αυτό είναι δύσκολο για παραγωγούς που δίνουν π.χ. δέκα προϊόντα και μας απάντησαν ότι το κάνουν τα σουπερμάρκετ. Εμείς πάντως ανακαλύψαμε ότι αυτό ισχύει για τα σουπερμάρκετ που έχουν τζίρο 90 εκατ. ευρώ και ότι στέλνουν τις χτεσινές τιμές, όχι τις σημερινές» συνεχίζει.
Το κύριο πρόβλημα πάντως είναι ότι βγάζει τους παραγωγούς εκτός λαϊκών με διατάξεις που ευνοούν τη μετατροπή των αγροτών-παραγωγών σε επαγγελματίες. «Καθώς είναι ευκολότερο όμως να είσαι επαγγελματίας, το μεγάλο θέμα είναι ποιος θα παράγει, ποιος θα φροντίζει τις καλλιέργειες και πώς δεν θα εγκαταλειφθούν όταν στον αγρότη θα μείνει ως μοναδική λύση να δίνει τα προϊόντα του στον έμπορο στο ένα τρίτο της τιμής από ό,τι μπορεί να τα δώσει ο ίδιος στη λαϊκή» καταλήγει ο Π. Μόσχος.