Πόσοι δεν έχουμε πει την περίφημη φράση «μα γιατί τραβάω όλους τους προβληματικούς;». Μάθετε λοιπόν τις βαθύτερες αιτίες των ερωτικών σας ...
Πόσοι δεν έχουμε πει την περίφημη φράση «μα γιατί τραβάω όλους τους προβληματικούς;». Μάθετε λοιπόν τις βαθύτερες αιτίες των ερωτικών σας επιλογών.
Συνήθως οι λόγοι που επικαλούμαστε για να εξηγήσουμε γιατί ερωτευτήκαμε ή και παντρευτήκαμε τον άνθρωπο που είναι δίπλα μας είναι προφανείς και κατανοητοί από το κοινωνικό πλαίσιο: ο χαρακτήρας, η μόρφωση, η εξωτερική εμφάνιση, η σεξουαλική επαφή, λόγοι οικονομικοί ή και κοινωνικοί.
Οι βαθύτεροι όμως λόγοι είναι καλά κρυμμένοι μέσα μας «Η επιλογή συντρόφου την οποία εμείς οι ψυχαναλυτές ονομάζουμε ανακλητική είναι η ωριμότερη, αυτή που οδηγεί στο μικρό ποσοστό του 10 με 20% που είναι οι ευτυχισμένοι γάμοι», εξηγεί ο ψυχίατρος-ψυχαναλυτής κ. Ματθαίος Γιωσαφάτ, ειδικός σε θέματα γάμου και οικογενειακής θεραπείας. «Τι σημαίνει αυτό; Όταν έχουμε μια καλή μαμά και περάσουμε καλά, μαθαίνουμε να συγχωρούμε και τα ελαττώματά της, όπως ένας ώριμος άνθρωπος. Αποδεχόμαστε λοιπόν και τα ελαττώματα του συντρόφου μας και φτιάχνουμε μια καλή σχέση. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε περάσει ομαλά και το οιδιπόδειο, δεν έχουμε μεγάλο άγχος αποχωρισμού, προδοσίας. Αποδεχόμαστε, π.χ., ότι η μαμά έκανε κι άλλο παιδί. Ή ξέρω ως παιδί ότι μ’ αγαπάει, αλλά ανακάλυψα ότι αγαπά και τον μπαμπά, αλλά κι εγώ αγαπάω τον μπαμπά, άρα όλοι αγαπιόμαστε! Οπότε θα κάνω κι εγώ το ίδιο όταν μεγαλώσω με το σύντροφό μου». Οι λόγοι λοιπόν της επιλογής του ερωτικού συντρόφου βασίζονται στη σχέση με τη μητέρα και τον πατέρα, τη δική τους σχέση και τη σχέση μας μαζί τους.
Ο Ματθαίος Γιωσαφάτ εξηγεί:
Ψάχνοντας τη ρίζα του προβλήματος
«Οι περισσότεροι μεγαλώνουμε με μαμάδες που δεν είναι επαρκείς, με μαμάδες που δεν έχουν μάθει να προσφέρουν αγάπη, να καταλαβαίνουν τις ανάγκες του μωρού», μας λέει ο κ. Γιωσαφάτ. «Και το μωρό επικοινωνεί με μη λεκτική συμπεριφορά για να ζητήσει αυτά που του λείπουν, κλαίει, αρρωσταίνει, γρατσουνάει, κλοτσάει κ.λπ. Στα ζευγάρια είναι πολύ έντονη αυτή η μεταβίβαση της πρώτης σχέσης, των πρώτων μη λεκτικών φόβων και συναισθημάτων. Γι’ αυτό και τα ζευγάρια μαλώνουν, ιδιαίτερα αν ο πρώτος χρόνος δεν ήταν καλός, αν ήταν στερημένος από ζεστασιά, χάδια, αγκαλιές. Ξέρετε ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να χαϊδέψουν τρυφερά ο ένας τον άλλο;». Η επιλογή λοιπόν σε αυτές τις περιπτώσεις κουβαλά πάρα πολλά πράγματα που δεν έχουν λυθεί μέσα μας.
Στόχος: Η επιθυμητή μητέρα
«Τα προβλήματα της πρώτης μας σχέσης με τη μητέρα δημιουργούν και τους προβληματικούς έρωτες», υπογραμμίζει ο κ. Γιωσαφάτ. «Περιμένεις τότε όχι μόνο να βρεις μια κανονική γυναίκα, έναν κανονικό άντρα, αλλά ένα σύντροφο που θα την αντικαταστήσει σε καλύτερη έκδοση, θέλεις την επιθυμητή μητέρα. Αυτό δημιουργεί τον έρωτα, τον πιο παθιασμένο. Όχι όμως τον πραγματικό έρωτα. Γιατί σε αυτή την περίπτωση ψάχνουμε ένα ιδανικό που θα μας αγαπήσει, θα μας εκτιμήσει γι αυτό που είμαστε, όπως έπρεπε να το κάνει η μαμά. Κι όσο πιο πολύ περιμένει κανείς την επιθυμητή μητέρα, τόσο πιο πολύ την εξιδανικεύει. Είναι μια ναρκισσιστική ανάγκη. Όταν ακούσετε: Μια μόνο γυναίκα με έχει καταλάβει, εσύ, οι άλλες ήταν όλες… να καταλάβετε ότι πρέπει να απομακρυνθείτε γρήγορα απ αυτόν τον άνθρωπο! Σας βάζει στοιχεία που πιθανώς δεν έχετε!».
Ποιον διαλέγουμε τελικά;
Έχετε σκεφτεί γιατί παραπονιόμαστε ότι τραβάμε μόνο προβληματικές περιπτώσεις στην ερωτική μας ζωή; Μήπως δεν φταίνε μόνο οι άλλοι; «Γιατί δεν τράβηξες κανέναν άλλο; θα ρωτούσα εγώ», λέει ο κ. Γιωσαφάτ. «Πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν μπορούμε να ταιριάξουμε με κάποιον ωριμότερο ψυχικά από εμάς. Δεν θα συντονιστούμε. Και δεν έχει να κάνει ούτε με την ευφυϊα ούτε με την ικανότητά μας σε άλλους τομείς όπως το εργασιακό. Εκεί μπορεί να διαπρέπουμε. Άλλο όμως είναι η συναισθηματική ωριμότητα».
Πόσο διαρκεί ο πραγματικός έρωτας;
«Ο έρωτας κρατάει το πολύ ένα χρόνο», τονίζει ο κ. Γιωσαφάτ. «Ο ανακλητικός έρωτας, ο πρώτος για τον οποίο μιλήσαμε, που δεν είναι τόσο έντονος αρχικά, ωριμάζει σιγά σιγά. Αρχίζει ο ένας να ερωτεύεται τον άλλο με το χρόνο που του αφιερώνει και τον γνωρίζει. Αυτόν λέω εγώ πραγματικό έρωτα. Αντιλαμβάνομαι ότι ο άλλος είναι κάτι εξαιρετικό για μένα, γιατί με έπεισε και τον έπεισα γι αυτό».
Τα στάδια της ψυχικής ανάπτυξης
«Για να έχεις μια καλή σχέση πρέπει να περάσεις τις ανάγκες του πρώτου έτους, τη μεγάλη εξάρτηση. Δεν πήρα πολλά από τη μάνα μου στον πρώτο χρόνο; Τότε ψάχνω μια γυναίκα – μαμά. Δεν δίνω και τόση σημασία στο σεξουαλικό. Κι αυτή η σχέση δεν πάει καλά γιατί διαλέγεις παρόμοιο τύπο συντρόφου. Στην αρχή φαίνεται ότι ο ένας θα φροντίσει τον άλλο και μετά και οι δυο περιμένουν τον άλλο να τους φροντίσει», εξηγεί ο κ. Γιωσαφάτ. «Στο δεύτερο έτος, το πρωκτικό στάδιο, το παιδί μαθαίνει με τη μάνα την αυτονομία, είναι η περίοδος της εναντίωσης. Αν δεν πάει καλά, αργότερα στη σχέση ο ένας θα προσπαθεί να επιβληθεί στον άλλο! Το τρίτο στάδιο είναι το φαλλικό, όπου το σεξ πηγαίνει στα γεννητικά όργανα. Αν πάει κάτι στραβά, διαλέγεις μια γυναίκα που σου αρέσει σεξουαλικά, αλλά αυτό εξαντλείται γρήγορα. Κι από εκεί και πέρα έχεις άλλες ανάγκες που δεν σου τις καλύπτει. Ο τέταρτος χρόνος που πάλι δεν πάει καλά είναι ο οιδιποδειακός, στάδιο που στην ανάπτυξη αντιστοιχεί γύρω στα 5 χρόνια του παιδιού. Εκεί υπάρχει πρόβλημα γιατί δεν θέλεις πολύ ερωτικά το σύντροφό σου. Αν καταφέρεις και πάρεις κάποιον που σου θυμίζει τη μαμά (ή τον μπαμπά), έχεις προβλήματα σεξουαλικά: στύσης, πρόωρης εκσπερμάτισης κ.λπ.».
Ο σπουδαίος ρόλος της ισορροπίας
«Μια καλή σχέση προϋποθέτει ότι έχουμε περάσει σχετικά ομαλά αυτά τα στάδια: θέλεις να έχεις ένα μίνιμουμ εξάρτησης, να έχεις αυτονομία, αλλά δεν σου αρέσει να πατάς τον άλλο στο λαιμό. Θέλεις να κάνεις σεξ και να σου αρέσει, δεν ικανοποιείσαι όμως μόνο με αυτό. Τότε η σχέση εξελίσσεται σε αγάπη, σε έρωτα και μπορεί να κρατήσει. Δεν περιμένεις τόσα πολλά από τον άλλο, ενώνεις δυο ζωές, οι οποίες όμως δεν γίνονται ποτέ μια», τονίζει ο κ. Γιωσαφάτ.
Και τι πρέπει να γίνει;
«Μπορεί να ακούγονται λίγο απαισιόδοξα όλα αυτά, αλλά είναι η πραγματικότητα», παρατηρεί ο κ. Γιωσαφάτ. «Το πρώτο πράγμα που λέω είναι να βρεις μια καλή μαμά, με την ψυχοθεραπεία, ατομικά ή σε ομάδες, που βοηθούν πάρα πολύ τους ανθρώπους. Λέω επίσης κι έχω παρεξηγηθεί γι αυτό να μπορούν οι γυναίκες να είναι κοντά στο παιδί τους τον πρώτο χρόνο της ζωής του. Προτείνω συχνά και κάτι που ακόμα μοιάζει ουτοπικό: να γίνονται μαθήματα ζωής από το δημοτικό στα σχολεία, υπό μορφή ομάδας με εκπαιδευμένους δασκάλους. Το άλλο βήμα είναι ο διάλογος, που είναι δύσκολο βέβαια. Πάντα είχαν οι άνθρωποι προβλήματα και πάντα έβρισκαν τρόπους να τα αντιμετωπίσουν. Πρέπει να είμαστε και λιγάκι αισιόδοξοι». ΄
Η μεγάλη διαφορά του έρωτα από την αγάπη
«Δυο άνθρωποι είναι καθρέφτης ο ένας για τον άλλο. Οι ερωτευμένοι κοιτάζονται και θαυμάζονται αυτό δεν είναι αγάπη! Είναι ένα πολύ ευχάριστο αίσθημα, που οδηγεί σχεδόν πάντα σε φασαρίες. Γιατί την επόμενη μέρα που θα τον/τη δείτε θα έχετε ήδη μια μικρή απογοήτευση. Στην πρώτη επαφή δεν ξέρουμε τίποτα για τον άλλο, όσο προχωρά η επαφή όμως αρχίζει η απο-εξιδανίκευση». Εκεί εμφανίζεται η εσωτερική παλινδρόμηση, που δηλώνει την τάση του ανθρώπου να υπαναχωρήσει φοβισμένος και να κλείσει τις πόρτες επικοινωνίας για τη νέα σχέση.
Ματθαίος Γιωσαφάτ
Ο Ματθαίος Γιωσαφάτ είναι νευρολόγος, ψυχίατρος, παιδοψυχίατρος, ψυχαναλυτής και ψυχοθεραπευτής.
Σύντομο βιογραφικό
Γεννήθηκε στην Κατερίνη Πιερίας. Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στο βουνό στην διάρκεια της Κατοχής. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες στην Κατερίνη. Απόχτησε το Δίπλωμα Ιατρικής από το Πανεπιστήμιο της Αθήνας το 1963 και την ειδικότητα του Νευρολόγου-Ψυχιάτρου το 1967.
Το 1967 μετέβη για περαιτέρω σπουδές στο Λονδίνο όπου και παρέμεινε για 15 χρόνια. Εκεί πήρε διάφορες θέσεις σε νοσοκομεία διαδοχικά ως Βοηθός, Επιμελητής, Υποδιευθυντής και τελικά ισόβιος Διευθυντής στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Διετέλεσε για τέσσερα χρόνια Υποδιευθυντής και αναπληρωτής Διευθυντής στο Tavistock Center, την σημαντικότερη, ίσως, ψυχαναλυτική Κλινική του κόσμου.
Έδωσε εξετάσεις και έλαβε το Δίπλωμα Ψυχολογικής Ιατρικής και αργότερα το ανώτατο Δίπλωμα Ψυχιατρικής και έγινε Μέλος του Βασιλικού Κολλεγίου Ψυχιάτρων. Παράλληλα με την ψυχιατρική εκπαίδευση και εργασία έκανε συστηματική εκπαίδευση στην Ατομική (πέντε χρόνια), Ομαδική (τρία χρόνια) και Οικογενειακή Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεία (δύο χρόνια) και έγινε πλήρες Μέλος των αντίστοιχων Εταιριών. Εκτός από την κλινική εργασία σε νοσοκομεία είχε πολλαπλή διδακτική εμπειρία σε διάφορα Ψυχιατρικά Κέντρα και Νοσοκομεία.
Μεταξύ άλλων δίδαξε και στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, στο Ιατρικό Μεταπτυχιακό Κέντρο (Royal Postgraduate Medical Federation) ως Senior Lecturer. Προσκλήθηκε να μιλήσει στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης (τιμητική Ομιλία). Διετέλεσε Διευθυντής και Υπεύθυνος Εκπαίδευσης στο Ινστιτούτο Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας Λονδίνου.