Page Nav

HIDE

Breaking News:

FALSE
HIDE_BLOG
latest

Η ιστορία του ποδοσφαίρου είναι ένα ταξίδι..

  Υπάρχει μια χώρα που αν και μικρή πληθυσμιακά, μόλις 3,5 εκατομμύρια κάτοικοι, έχει ένα αξιοσέβαστο αριθμό πολιτών της, 6.000 άνθρωποι που...

 


Υπάρχει μια χώρα που αν και μικρή πληθυσμιακά, μόλις 3,5 εκατομμύρια κάτοικοι, έχει ένα αξιοσέβαστο αριθμό πολιτών της, 6.000 άνθρωποι που μιλούν εξαιρετικά καλά Ελληνικά, εορτάζουν την 25η Μαρτίου και βλέπουν ελληνικές σειρές στην τηλεόραση. Κάποιοι απ' αυτούς δε, γνωρίζουν πολύ καλά Αρχαία Ελληνικά. Μια χώρα, που δεν βρίσκεται καθόλου κοντά στη δική μας. Μιλάμε για την Ουρουγουάη, χώρα που βρίσκεται στο Νότιο τμήμα της Αμερικανικής ηπείρου, δηλώνουν Ελληνολάτρες  και δρόμοι και πλατείες έχουν ελληνικά ονόματα και αγάλματα αρχαίων φιλοσόφων κοσμούν τα δημόσια κτίρια της χώρας.

  Παρ' όλα αυτά, η σχέση των Ελλήνων με τους Ουρουγουανούς δεν βρίσκεται σε αξιοζήλευτα επίπεδα. Οι πιο πολλοί αγνοούμε ακόμη και τη γεωγραφική της θέση, και στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να βρεθούν μερικοί που να δηλώνουν θαυμαστές του ποδοσφαίρου της, αφού η συμμετοχή της σε Παγκόσμια Κύπελλα την έχει κάνει αρκετά γνωστή στον τομέα αυτό.

  Υπάρχουν όμως, πρωταγωνιστές από τη χώρα αυτή, που θα έπρεπε να μας έχουν απασχολήσει πολύ περισσότερο. Ο Εντουάρντο Γκαλεάνο είναι ένας συγγραφέας πολύ γνωστός, με μεγάλο πάθος για το ποδόσφαιρο, αλλά και αυτοί που πέρασαν από τη χώρα μας, την αγάπησαν και αγαπήθηκαν πολύ όπως ο Μίλτον Βιέρα, Χούλιο Λοσάντα, Ρομπέρτο Καλκατέρα, Εσταβίγιο και οι νεότεροι Νέρι Καστίγιο, Ρεκόμπα, Εστογιανόφ, Χ. Μπάριος, Πάμπλο Γκαρσία. Φυσικά, Ουρουγουανοί είναι και οι γνωστοί Ντιέγκο Φορλάν, Έντσο  Φραντσέσκολι, Λ. Σουάρες.

 Πάνω όμως από όλους αυτούς, υπάρχει ένα όνομα - θρύλος στη χώρα αυτή. Ένας άνθρωπος που κυριολεκτικά αναγέννησε το ποδόσφαιρό της, το οποίο μέχρι να το αναλάβει φημιζόταν πολύ περισσότερο για το δυνατό έως αντιαθλητικό της παιχνίδι. Κι αυτός δεν είναι άλλος, από τον Όσκαρ Ουάσιγκντον Ταμπάρες.

  

«Η ιστορία του ποδοσφαίρου είναι ένα ταξίδι από το πηγαίο στο αναγκαίο. Καθώς το ποδόσφαιρο κατέληξε να γίνει βιομηχανία εξορίστηκε σιγά σιγά η ομορφιά που πηγάζει από την απόλαυση του να παίζεις και μόνο. Η τεχνοκρατία του επαγγελματικού αθλητισμού έχει επιβάλλει ένα ποδόσφαιρο ταχύτητας και δύναμης, που απαρνείται τη χαρά, σκοτώνει τη φαντασία και απαγορεύει την τόλμη. Ευτυχώς, εμφανίζεται ακόμα στα γήπεδα, αν και περιστασιακά, κάποιο τολμηρό αγρίμι που ξεφεύγει από το πλάνο, και διαπράττει το σφάλμα να τα βάλλει με ολόκληρη την αντίπαλη ομάδα, τον διαιτητή και το κοινό στις κερκίδες, για την απόλαυση και μόνο του κορμιού, που ορμά στην απαγορευμένη περιπέτεια της ελευθερίας».

Με τα λόγια αυτά αναφερόταν κάποτε ο μεγάλος Ουρουγουανός συγγραφέας Εντουάρντο Γκαλεάνο στο μεγάλο του πάθος για το ποδόσφαιρο, στην επαγγελματοποίηση και παγκοσμιοποίηση του ποδοσφαίρου και στην κρυφή γοητεία και μαγεία του ποδοσφαίρου που βρίσκεται ακόμα στο πάθος των μικρών παιδιών που παίζουν ποδόσφαιρο στις αλάνες και στις φαβέλες της Λατινικής Αμερικής. Γιατί απέναντι στον κόσμο των παχυλών συμβολαίων, των διαφημιστικών σποτ και της λάμψης των αστέρων του ποδοσφαίρου στην Ευρώπη υπήρχε πάντοτε ένας άλλος κόσμος: αυτός των παιδιών της Λατινικής Αμερικής που παθιάζονταν με το ποδόσφαιρο σε κάποιες αλάνες του Μπουένος Άιρες, του Μοντεβιδέο ή του Σάο Πάολο και των άλλων πόλεων της Λατινικής Αμερικής και που σε ορισμένες περιπτώσεις βρήκαν στο ποδόσφαιρο μια χρυσή ευκαιρία για να ξεφύγουν από τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Για να παίξεις ποδόσφαιρο εξάλλου σε μια αλάνα αρκούν δυο πέτρες για το τέρμα και μία μπάλα. Και η μαγεία του ποδοσφαίρου είναι ήδη εκεί.

Την άλλη αυτή όψη του ποδοσφαίρου έφερε στο προσκήνιο παρά τον πρόσφατο αποκλεισμό της εθνικής ομάδας του Ουρουγουάης από τη Γαλλία η περίπτωση του προπονητή της Ουρουγουάης Όσκαρ Ταμπάρες γνωστού και ως el maestro. Γεννημένος στις 3 Μαρτίου του 1947 στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης, ο Όσκαρ Ταμπάρες, βίωσε ήδη από τα παιδικά του χρόνια τη σημαντική επιτυχία της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της χώρας του (κατάκτηση του παγκοσμίου κυπέλλου το 1950) που τον επηρέασε βαθιά στην απόφαση του να ασχοληθεί ενεργά με το ποδόσφαιρο.

Παρά τη σύντομη και μάλλον άσημη καριέρα του ως ποδοσφαιριστή κατά τη διάρκεια της οποίας ασκούσε παράλληλα το επάγγελμα του δασκάλου δίνοντας και μία συνέντευξη με θέμα: «ο ποδοσφαιριστής που σπουδάζει φιλοσοφία», ο Όσκαρ Ουάσινγκτον Ταμπάρες θα ξεκινήσει την προπονητική του καριέρα τη δεκαετία του 1980 φτάνοντας στην κατάκτηση του Κόπα Λιμπερταδόρες με την Πενιαρόλ. Μετά την πρώτη του θητεία ως προπονητής της εθνικής Ουρουγουάης θα θητεύσει ως προπονητής στους πάγκους διάφορων ευρωπαϊκών ομάδων, όπως της Κάλιαρι και της Μίλαν προτού αναλάβει για δεύτερη φορά τις ποδοσφαιρικές τύχες της εθνικής ομάδας της χώρας του. Περισσότερο έμπειρος πια και έχοντας μελετήσει το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης του ποδοσφαίρου θα οικοδομήσει ένα σχέδιο συνολικότερης αναδιοργάνωσης του ορουγουανικού ποδοσφαίρου δίνοντας έμφαση στις μικρές ηλικίες και στην ένταξη τους στην κοινωνία μέσω του ποδοσφαίρου συνδέοντας το ποδόσφαιρο με την παιδεία, τον πολιτισμό, τη γνώση της ιστορίας και με τη διαμόρφωση κριτικής κοινωνικής σκέψης και συνείδησης.



Όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο Ταμπάρες: «Το πρώτο πράγμα που μαθαίνουμε στα 13χρονα παιδιά είναι να χαιρετάνε και να λένε ευχαριστώ σε όσους τους πλένουν τα ρούχα, σε όσους τους σερβίρουν κτλ». Με τον τρόπο αυτό ο Ταμπάρες θα φέρει στο προσκήνιο μια νέα γενιά ταλαντούχων ποδοσφαιριστών, όπως ο Καβάνι και ο Σουάρεζ, θα βελτιώσει την ποιότητα του ποδοσφαίρου της χώρας του οδηγώντας παράλληλα την εθνική Ουρουγουάης σε σημαντικές ποδοσφαιρικές επιτυχίες, όπως στην κατάκτηση του Κόπα Αμέρικα το 2011, στην 4η θέση στο Μουντιάλ του 2010 και στη φετινή της πρόκριση στους 8 του Μουντιάλ. Το κυριότερο επίτευγμα του Ταμπάρες θα είναι ωστόσο η ανάδειξη μιας άλλης όψης του ποδοσφαίρου: αυτής του ποδοσφαιρικού πολιτισμού και της ποδοσφαιρικής παιδείας που βλέπει το ποδόσφαιρο ως μέσο κοινωνικής ένταξης και απόκτησης της ιδιότητας του ενεργού και σκεπτόμενου πολίτη.

 Στους ποδοσφαιριστές του, συνήθιζε να λέει:

 «Σκεφθείτε ότι βρίσκεστε απέναντί μου, βαθιά στον ορίζοντα. Κάνω δυο βήματα να σας πλησιάσω και αυτομάτως κάνετε κι εσείς δυο πίσω. Πεισμώνω και κάνω δέκα βήματα. Με πολύ κόπο. Διαπιστώνω, όμως, ότι και ο ορίζοντας κινείται δέκα βήματα πιο μακριά. Όσο κι αν περπατήσω, όσο κι αν μοχθήσω, δεν πρόκειται να σας φθάσω ποτέ. Γιατί, λοιπόν, να κυνηγώ αυτή την ουτοπία; Θα σας πω γιατί. Ακριβώς, διότι θα μοχθήσω και θα κάνω βήματα προς τα εμπρός».



Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε πρόσφατα ο Όσκαρ Ταμπάρες συνοψίζοντας την κοσμοθεωρία του: «Είμαι άνθρωπος του ποδοσφαίρου, αλλά κατανοώ ότι υπάρχουν πολύ πιο σημαντικά πράγματα από το ποδόσφαιρο. Υπάρχουν όμως και πράγματα που μπορούν να βοηθηθούν από αυτό. Ο αθλητισμός μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην υγεία και στην εκπαίδευση, δύο τομείς που έχουν να κάνουν με την ανάπτυξη και όχι με τον πλούτο. Το ποδόσφαιρο οφείλει να βοηθάει τους περιθωριοποιημένους ανθρώπους στην ένταξή τους στην κοινωνία, να συνεισφέρει στην ισότητα των ευκαιριών, να αποτελέσει οδηγό για τις κυβερνητικές πολιτικές, να καταπολεμήσει την αδράνεια»!!

Γ. Γεράσιμος